H διατήρηση του περιφερειακού μοντέλου ενισχύσεων και η προσθήκη των νέων επιλέξιμων βοσκοτόπων, μειώνει σχεδόν στο μισό την αξία δικαιωμάτων των κτηνοτρόφων. Προς τη συνέχιση του µοντέλου µε τις τρεις κατηγορίες βασικής ενίσχυσης, δενδρώδεις, αροτραίες και βοσκότοπους στη νέα ΚΑΠ και τη σύγκλιση δικαιωµάτων µε µεγαλύτερη ένταση την ερχόµενη διετία (µεταβατική περίοδος), φαίνεται πως προσανατολίζονται οι Εθνικές αρχές. Μέχρι σήµερα, ο εθνικός φάκελος όριζε πως µέχρι το τέλος του 2019 όλα τα δικαιώµατα θα πρέπει να προσεγγίζουν το 60% του εθνικού µέσου όρου. Η σκέψη, λοιπόν, σύµφωνα και µε τα όσα ανέφερε προ ηµερών ο Υυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Κώστας Σκρέκας, είναι τη µεταβατική περίοδο 2021-2022, το «βήµα» του 60% να αυξηθεί (π.χ στο 75% ή 80%).

Τελικός στόχος, είναι να εισαχθεί η χώρα µας µέσα στην ερχόµενη περίοδο στο καθεστώς «flat rate» µε περιφερειακό µοντέλο. ∆ηλαδή, όλα τα δικαιώµατα µε ίση αξία εντός της ίδιας κατηγορίας ενίσχυσης. Το ζήτηµα εδώ είναι πότε θα γίνει αυτό, δηλαδή το 2023 που θα µπει η νέα ΚΑΠ ή το 2026 που τελειώνει.

Το µοντέλο σύγκλισης για την περίοδο 2014-2020

Μερική σύγκλιση σε πέντε ισόποσα βήµατα από το 2015 έως το 2019, ανά περιφέρεια Εφόσον η Αρχική Μοναδιαία Αξία ∆ικαιώµατος (ΑΜΑ∆) είναι κατώτερη του 90% του µέσου περιφερειακού όρου, θα αυξάνεται ως το 2019, προκειµένου να καλυφθεί το 1/3 της διαφοράς µε το 90% και να προσεγγίσει το 60% του εθνικού µέσου όρου. Εφόσον η Αρχική Μοναδιαία Αξία ∆ικαιωµάτων είναι ανώτερη του 100% του µέσου περιφερειακού όρου, θα µειώνεται το µέγιστο κατά 30%.

Πώς διαµορφώνεται η αξία δικαιωµάτων στα βοσκοτόπια

Εν τω µεταξύ, αλλαγές στις επιδοτήσεις τους όσον αφορά τη Μοναδιαία Αξία ∆ικαιώµατος (ποσό ανά 10 στρέµµατα δηλαδή εκτάρια), θα δουν οι κτηνοτρόφοι, µε την προσθήκη των νέων επιλέξιµων βοσκότοπων που υπολογίζονται στα 9,6 εκατ. στρέµµατα. Συγκεκριµένα: Σύµφωνα µε τα στοιχεία ΟΣ∆Ε 2019, συνολικά 1.271.446 δικαιώµατα κατανέµονταν σε 12,71 εκατ. βοσκοτόπια. Η µέση αξία του κάθε δικαιώµατος είναι 215 ευρώ (ποσό ανά 10 στρέµµατα). ∆ηλαδή, οι κτηνοτρόφοι λαµβάνουν 275 εκατ. ευρώ βασική ενίσχυση (χωρίς πρασίνισµα).

Αν το ποσό που κατανέµεται στους βοσκότοπους µείνει το ίδιο στη νέα ΚΑΠ, δηλαδή 275 εκατ. ευρώ, και ο επιλέξιµος βοσκότοπος αυξηθεί από τα 12,71 εκατ. στρέµµατα στα 22 εκατ. περίπου, τότε η µέση µοναδιαία αξία του δικαιώµατος θα διαµορφωθεί στα 125 ευρώ το εκτάριο. Ή αλλιώς η ενίσχυση που θα λαµβάνεται κατά µέσο όρο ανά στρέµµα βοσκότοπου θα είναι 12,5 ευρώ. ∆ηλαδή θα µειωθεί περίπου στο µισό. Το ζήτηµα εδώ είναι πώς θα κατανεµηθεί αυτός ο βοσκότοπος, αν θα γίνει µε βάση το ζωικό κεφάλαιο του κάθε κτηνοτρόφου και τελικώς πώς θα µπορέσουν να ισοφαρίσουν οι γνήσιοι παραγωγοί την απώλεια στη Μοναδιαία Αξία ∆ικαιώµατος µε επιπλέον επιλέξιµη γη.

Υπενθυµίζεται ότι η ένταξη των επιπλέον βοσκότοπων θα γίνει µε βάση τον κανονισµό Omnibus (2017) ο οποίος διεύρυνε τον σχετικό ορισµό για την επιλέξιµη βοσκήσιµη γη. Να σηµειωθεί εδώ πως η Ευρωβουλή στον τρίλογο διαπραγµατεύσεων για το κείµενο της νέας ΚΑΠ, πιέζει ώστε η στήριξη για τους µόνιµους βοσκότοπους στα πλαίσια της βασικής ενίσχυσης να έχει αυξηµένο ποσό, αν φυσικά το επιλέξουν τα κράτη-µέλη.

Αναδιανεµητικη ενισχυση

Πώς λειτουργεί στην πράξη η αναδιανοµή:

Ένα χρήσιµο εργαλείο που θα βοηθήσει σε κάποιο βαθµό τις µικρές εκµεταλλεύσεις να επιβιώσουν στη νέα προγραµµατική περίοδο, είναι η αναδιανεµητική ενίσχυση. Σύµφωνα µε τους έχοντες γνώση των πραγµάτων, το καθεστώς αυτό θα ενεργοποιηθεί τη νέα περίοδο στην Ελλάδα και ουσιαστικά θα αναδιανέµει ένα µερίδιο ενισχύσεων από πολύ µεγάλες σε έκταση εκµεταλλεύσεις προς τις µικρότερες. Για παράδειγµα, µία εκµετάλλευση µε 1.000 στρέµµατα λαµβάνει 30.000 ευρώ ενίσχυση και µία µε 50 στρέµµατα 1.500 ευρώ. Από τη µεγάλη εκµετάλλευση, για τα πρώτα 100 στρέµµατα που δηλώνει, η ενίσχυση θα αφαιρείται και θα µεταβιβάζεται προς τη µικρότερη. Έτσι, από τα 30.000 ευρώ, θα λαµβάνει 27.000 και η µικρότερη από 1.500 ευρώ, η πριµοδότηση θα αυξηθεί στα 4.500 ευρώ. Για µία εκµετάλλευση των 1.000 στρεµµάτων µε εκατ. ευρώ κεφάλαια επενδυµένα, η διαφορά «δεν θα φανεί», ωστόσο για τον µικρό παραγωγό, ίσως αυτή είναι η διαφορά µεταξύ της εξόδου από το επάγγελµα και τη συνέχιση της δραστηριότητας.

Πηγή: agronews.gr