Τα μοντέλα συμβολαιακής όπως μοντέλα ΣΔΙΤ μεταξύ οργανώσεων παραγωγών και βιομηχανίας αλλά και ευρύτερες συνέργειες μεταξύ των δύο πλευρών μπορούν να προσφέρουν βελτίωση της ποιότητας και της παραγωγής, προσφέροντας οικονομίες κλίμακας αποτέλεσαν από τα βασικά σημεία αναφοράς κατά τη διάρκεια της συζήτησης που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του «Αγρότη της Χρονιάς» το Σάββατο 3 Δεκεμβρίου σε πάνελ συζήτησης με τίτλο: «Μοντέλα Συμβολαιακής Γεωργίας και Προϊόντα Ταυτότητας».

Από τη συζήτηση αναδύθηκαν και οι νέες κατηγορίες καταναλωτή στην εποχή της «αντιπαγκοσμιοποίησης», γεγονός που έρχεται σε συνέχεια της παγκοσμιοποίησης που προηγήθηκε καθώς και το τοπίο που διαμορφώνεται στην αγορά με πρότυπο την δημιουργία προστιθέμενης αξίας, κάτι που διασφαλίζεται και μέσα από την πιστοποίηση των προϊόντων.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Νομικός, Δημήτρης Νομικός, αναφέρθηκε στην διαχρονική πορεία της συμβολαιακής γεωργίας, η οποία όπως είπε βρίσκεται σε ισχύ από την δεκαετία του ’80 όταν αποτελούσε προαπαιτούμενο για τη χορήγηση επιδοτήσεων και σήμερα είναι προαπαιτούμενο για να λάβει κάποιος τη συνδεδεμένη ενίσχυση. «Είναι μία σύμβαση που αφορά κατά 100% τα προϊόντα μηχανικής καλλιέργειας και μία εμπορική συμφωνία όπου ορίζονται οι ποσότητες και οι τιμές, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και όλοι προωθούμε την ποιότητα. Η συμβολαιακή δίνει εγγύηση τιμής και ποσότητας στα προϊόντα που θα παραλάβει η βιομηχανία, ενώ ο παραγωγός γνωρίζει με ποιον συμβάλλεται και μπορεί να κάνει σωστό προγραμματισμό. Επίσης, στις περισσότερες περιπτώσεις λαμβάνει βοήθεια από τη βιομηχανία σε εισροές, χρηματοδότηση, γεωργικές συμβουλές και ασφάλιση. Έτσι προστατεύεται από την πτώση της τιμής που μπορεί να έχουν τα εμπορεύματα», είπε ο κύριος Νομικός. Ο ίδιος τόνισε ότι τα πλεονεκτήματα αυτού του μοντέλου παραγωγής, είναι περισσότερα από τα μειονεκτήματα, πρόσθεσε όμως ότι στην Ελλάδα την τελευταία δεκαπενταετία έχει μειωθεί η καλλιέργεια της ντομάτας, αποτελώντας το μοναδικό τέτοιο παράδειγμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι προοπτικές της συμβολαιακής γεωργίας

Αναφέρθηκε στις προοπτικές της συμβολαιακής λέγοντας ότι οι απαιτήσεις σε επίπεδο παραγωγικής διαδικασίας είναι πλέον περισσότερες, με απαιτήσεις από τη νέα ΚΑΠ, τους καταναλωτές, τη βιομηχανία, ενώ πλέον υφίσταται και η εισδοχή της τεχνολογίας, Πρέπει να πάμε σε ένα μοντέλο επαγγελματία αγρότη, με περισσότερες επενδύσεις και διαφοροποιημένες πρακτικές στο χωράφι. Η σύμπραξη με την βιομηχανία και τον αγοραστή είναι μονόδρομος. Ίσως θα έπρεπε να σκεφτούμε πολυετείς συμβάσεις για να έχει το περιθώριο ο αγρότης να μειώσει το ρίσκο της επένδυσης μέσα στο χρόνο, σύμφωνα με τον ίδιο. «Ο μόνος τρόπος για να αναπτυχθεί ο κλάδος, δεδομένου ότι υπάρχουν πολύ μικροί κλήροι, είναι να υπάρξουν συμπράξεις. Να δημιουργηθεί ένα βιώσιμο σύστημα συμβολαίων που θα βοηθάει και τους μεγάλους αλλά και τους μικρότερους».

Εν συνεχεία ο Βασίλης Κωτούλας, PhD, Προϊστάμενος Συμβολαιακής Καλλιέργειας της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας στάθηκε στο γεγονός ότι τα τελευταία 2-3 χρόνια αναδείχθηκαν τα πλεονεκτήματα της συμβολαιακής καλλιέργειας στο μέγιστο. «Πρόκειται για πλεονεκτήματα που αφορούν στον παραγωγό και την βιομηχανία. Το βυνοποιήσιμο κριθάρι έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά για βυνοποίηση και αντιπροσωπεύει το 20% της συνολικής παραγωγής κριθαριού στην Ελλάδα. Ξεκινήσαμε πειραματικά το πρόγραμμα αυτό το 2008 και τότε δεν φανταζόμαστε τι αποδοχή θα είχε. Το 2014 καταφέραμε αποκτήσουμε επάρκεια πρώτης ύλης για το σύνολο των απαιτήσεων μας στην εγχώρια παραγωγή μπύρας. Ακολούθως το 2017 και το 2018 είχαμε υπερεπάρκεια ποσοτήτων και κάναμε εξαγωγή βύνης και σε θυγατρικές του ομίλου Heineken καθώς και σε άλλες ζυθοποιίες εντός και εκτός συνόρων». Τόνισε ότι χρειάζεται μία προσπάθεια παραπάνω από πλευράς των εφοδίων που παρέχει η βιομηχανία μεταποίησης στον συμβεβλημένο παραγωγό για την περαιτέρω βελτίωση των παραμέτρων παραγωγής και του παραγόμενου προϊόντος. «Προς αυτή την κατεύθυνση δουλέψαμε εξαρχής για την διαμόρφωση των ποικιλιών, ενώ διασφαλίσαμε το κατάλληλο γενετικό υλικό, προσελκύοντας περισσότερους παραγωγούς».

Δύο νέες ποικιλίες κριθαριού μετά από διασταυρώσεις ξένων και ντόπιων ποικιλιών προς διάθεση στους παραγωγούς από το 2024

Ο κύριος Κωτούλας συμπλήρωσε ότι ήδη συμβολαιακή στο κριθάρι έχει κλείσει έναν κύκλο και εξέφρασε την πεποίθηση ότι ήρθε η ώρα για την Αθηναϊκή Ζυθοποιία να αναζητήσει κάτι καινούργιο πέρα από τα ερευνητικά προγράμματα με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας, με νέες ποικιλίες που έχουν το κατάλληλο γενετικό υπόβαθρο για τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. «Δεν σημαίνει όμως ότι αυτές οι νέες ποικιλίες είναι 100% κατάλληλες για τα ελληνικά δεδομένα. Από το 2014 και ύστερα αποφασίσαμε να ενταχθούμε σε ένα μεγάλο βελτιωτικό πρόγραμμα με διασταυρώσεις ντόπιων και ξένων ποικιλιών και πειραματισμούς στις ελληνικές συνθήκες, για να είναι αποτελεσματικό το γενετικό υλικό. «Δύο από αυτές τις επιλογές είναι προς εγγραφή στα επίσημα δοκιμαστικά του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης για δεύτερη χρονιά. Υπολογίζουμε ότι το 2024 θα είναι προς διάθεση στους Έλληνες παραγωγούς. Πήγαμε όμως και ένα βήμα παρακάτω εκτός από τις ποικιλίες. Γιατί ήταν τιμή να επιλέξει η μητρική Heineken την Αθηναϊκή Ζυθοποιία, ως προς την υλοποίηση πιλοτικών προγραμμάτων για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Σε κάθε περίπτωση το να δημιουργήσουμε ένα προϊόν με χαμηλότερο αποτύπωμα είναι εύκολο, αλλά το να έχει την οικονομικότητα του παραδοσιακού προϊόντος είναι δύσκολο, γιατί ο παραγωγός θα παράγει λιγότερο και θα κερδίζει λιγότερο. Αυτό που θα κάνουμε εμείς ήταν να προσφέρουμε την επιλογή νέων λιπασμάτων με αμειψισπορά ώστε το πρωτόκολλο της καλλιέργειας κριθαριού να γίνει αποδεκτό από τον παραγωγό χωρίς ο ίδιος να βγαίνει χαμένος. Το συμπέρασμα λοιπόν που βγαίνει είναι ότι οι συνεργασίες για να είναι βιώσιμες, θα πρέπει να υφίστανται για την ωφέλεια και των δύο συμβεβλημένων μερών. Μένουμε πολλές φορές στα προφανή πλεονεκτήματα που είναι μία εγγυημένη τιμή και η απορρόφηση της ποσότητας. Ωστόσο πρέπει να γίνουν και άλλες κινήσεις γιατί η οικονομικότητα αποτυπώνεται και στα κιλά ανά στρέμμα που θα απολαύσει ο συνεργαζόμενος παραγωγός».

Θ. Ρουσσόπουλος: Θα πρέπει να δούμε όλοι μαζί το θέμα του κόστους

Στην εξέλιξη της συζήτησης ο Θεόδωρος Ρουσσόπουλος, Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας κατεψυγμένων φρούτων και λαχανικών, Alterra, στάθηκε στο γεγονός ότι η εταιρεία εφαρμόζει το μοντέλο της συμβολαιακής σε πολλά διαφορετικά είδη όπως τα λαχανικά και το βιομηχανικό σπανάκι, τα ροδάκινα της Πέλλας και της Ημαθίας, τα βερίκοκα του Άργους και της Πέλλας αλλά και τα κεράσια. Στα λαχανικά η συμβολαιακή γεωργία καλύπτει το 100% των αναγκών της επιχείρησης. Σε ό,τι αφορά τα φρούτα το μοντέλο συμβολαιακής έχει ξεκινήσει να εφαρμόζεται τα τελευταία δέκα χρόνια, με την Alterra να εξελίσσει κάποιες ποικιλίες που απευθύνονται σε αγορές στόχους τόσο στα ροδάκινα όσο και στα κεράσια. Ο κύριος Ρουσσόπουλος τόνισε ότι μία επιχείρηση πρέπει να βοηθάει τους παραγωγούς αλλά και μία επιχείρηση να είναι ανταγωνιστική, πετυχαίνοντας τιμές που μπορεί να «ακούσει» η αγορά. Σημείωσε ότι η τεχνολογία είναι αυτή που προσφέρει εξοικονόμηση πόρων και μείωση του κόστους. «Αποτελεί ζητούμενο να δούμε πώς θα κινηθούμε στο θέμα των τιμών. Πρέπει να δούμε όλοι μαζί αλλά και η πολιτεία μία κατεύθυνση προς όφελος όλων των εμπλεκομένων σε ό,τι αφορά το κόστος. Είναι καλή η συμβολαιακή γεωργία, ωστόσο το κόστος είναι κάτι που θα πρέπει το εξετάσουμε».

Ο ρόλος των προϊόντων ταυτότητας

Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΕΛΓΟ Δήμητρα Παναγιώτης Χατζηνικολάου αναφέρθηκε στα προϊόντα ταυτότητας και το ρόλο τους αλλά και στη σημασία των πιστοποιήσεων που προσφέρουν προστιθέμενη αξία στα προϊόντα. Και σε αυτή την κατεύθυνση έφερε ως παράδειγμα τις δράσεις που έχει υλοποιήσει ο ΕΛΓΟ Δήμητρα στον τομέα του βαμβακιιού. «Η κατεύθυνση που ακολουθήσαμε στο βαμβάκι, αποτελεί ένα μοντέλο που μπορεί να μεταφερθεί και σε πολλά ακόμα προϊόντα της χώρας. Αυτό που ήθελα να πω είναι ότι τα μοντέλα συμβολαιακής γεωργίας, δεν είναι μόνο μία αμιγώς οικονομική δραστηριότητα, αλλά παράγουν αξία. Οι αξίες αυτές στο τέλος της ημέρας μεταφράζονται πάλι σε χρήμα και έρχονται είτε άμεσα, είτε μεταγενέστερα. Είναι μία διαδικασία που απαιτεί πολύχρονα μοντέλα συμβολαιακής γεωργίας και ταυτόχρονα είναι τίμια. Αυτό πρέπει να αναζητήσουμε, ως λύση για το πού πρέπει να πάνε τα πράγματα».

Τόνισε ότι το κοινό που θα συμμετάσχει στην συμβολαιακή γεωργία θα πρέπει να είναι αφοσιωμένο σε αυτήν και ότι η ίδια διασφαλίζει ότι δεν θα κλυδωνίζεται ανά πάσα στιγμή από εξωγενείς παράγοντες ένας παραγωγός. «Στην περίπτωση του βάμβακος, συναντήσαμε την Διεπαγγελματική Βάμβακος, όπου θα μπορούσαμε να έχουμε μία συνεργασία. Μπήκαμε σε μία στρατηγική που κατά κύριο λόγο ήθελε την ανάπτυξη της ποιότητας του προϊόντος. Στην ταυτότητα και το πώς αυτό θα πιστοποιείται και πώς αυτό θα μεταφράζεται στον παραγωγό και θα κερδίζει μέσα από αυτήν τη διαδικασία αλλά και πώς θα εκπαιδεύεται». Ο κύριος Χατζηνικολάου στάθηκε εκτός των άλλων στη σημασία εκπαίδευσης των παραγωγών και στη δημιουργία των σημάτων Agro2, τα οποία όπως είπε φτάνουν έως το προϊόν. «Οι πιστοποιήσεις ξεκινούν από τις βασικές απαιτήσεις του Agro2-1 και φτάνουν έως και την επεξεργασία και το Agro2-5», σημείωσε. Όπως είπε, πάνω από το 80% των παραγωγών έχει ενταχθεί στην πιστοποίηση των Agro. Επίσης τα ποιοτικά στοιχεία αξιολογούνται μέσω του Κέντρου Βάμβακος. Πρόκειται για χαρακτηριστικά όπως η ίνα, τα οποία προσδίδουν προστιθέμενη αξία. Ανέφερε μεταξύ άλλων ότι τα συστήματα Agro 2 και ιδίως το Agro2-4 αποτελούν μία πρωτοπορεία για την Ελλάδα, συμπληρώνοντας ότι επετεύχθη επιπροσθέτως παγκόσμια αναγνώριση με το ευρωπαϊκό σήμα EUcotton αλλά και το παγκόσμιο σήμα BCI.

Κατά τον ίδιο το κέρδος για έναν παραγωγό είναι το πριμ ποιότητας που δίνουν οι αντισυμβαλλόμενες επιχειρήσεις στον τομέα της συμβολαιακής, η πληρωμή τοις μετρητής και η τιμή ημέρας, καθώς και το πριμ στην πιστοποίηση που είναι 1,5 λεπτό του ευρώ ανά κιλό και ανέρχεται σε περίπου 7 εκατ. ευρώ συνολικά. Επίσης, το κέρδος σύμφωνα με τον ίδιο είναι το πριμ στην υγρασία του βαμβακιού που είναι νομοθετικά κατοχυρωμένο, με το σύνολό του να είναι ύψους 4,5 εκατομμυρίων ευρώ και σημείωσε ότι το σύνολο των παροχών ανέρχεται στα 20,5 εκατ. ευρώ ανά έτος για τους παραγωγούς της Ελλάδας.

Καταλήγοντας είπε ότι χρειάζονται όραμα και συνεχής ανατροδοφότηση, διάγνωση και δικτύωση των αναγκών της παγκόσμιας αγοράς, συνεχής επικοινωνιακή πολιτική, συμμετοχή σε συνέδρια και συναντήσεις. Αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στη σημασία που έχουν οι εξειδικευμένες ομάδες υποστήριξης δραστηριοτήτων και συμβουλευτικής καθώς και η εκπαίδευση-κατάρτιση σε όλη την αλυσίδα αξίας.

Παναγιώτης Αραπογιάννης: Τα ελληνικά ποιοτικά προϊόντα έχουν κατακτήσει τις διεθνείς αγορές

Τη σημασία και στο ρόλο των πιστοποιήσεων εξήρε και ο Παναγιώτης Αραπογιάννης, Vice President Agriculture, της TUV Hellas – TUV Nord. Στη διάρκεια της τοποθέτησής του αναφέρθηκε στα φαινόμενα των τελευταίων ετών όπως η αύξηση στις τιμές των εισροών και της ενέργειας, που επιβάρυναν τους παραγωγούς και ανάγκασε πολλούς από αυτούς να οδηγηθούν στην αλλαγή παραγωγικού μοντέλου. Τόνισε ότι πολλές αλυσίδες σούπερ μάρκετ στράφηκαν στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας και είπε ότι είναι ασφαλή και ελέγχονται με αυστηρά ποιοτικά κριτήρια και από την TUV Hellas-TUV Nord, ενώ αποτελούν το ίδιο ποιοτικά προϊόντα με τα επώνυμα, ωστόσο είναι φθηνότερα γιατί δεν επιβαρύνονται με το κόστος της μάρκας. Έφερε παραδείγματα προϊόντων όπως αυτό του ακτινιδίου με παρουσία σε πολλές χώρες του εξωτερικού αλλά και το παράδειγμα της φράουλας, που έχει τζίρο αυτή τη στιγμή 200 εκατ. ευρώ, ενώ από αυτήν ζουν περισσότερες από 300 οικογένειες. «Είδαμε και παραγωγούς που εκτός από το βασικό τους αγροτικό εισόδημα είχαν στήριξη με εισόδημα από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η κρίση είναι πρόβλημα αλλά δημιουργεί και ευκαιρίες. Στην Ελλάδα είδαμε αποτελέσματα ομάδων παραγωγών που έχουν πάει μπροστά. Ο ρόλος μας είναι να διασφαλίζουμε ότι το τελικό προϊόν που φτάνει στα πιάτα μας είναι και ποιοτικό και ασφαλές. Τα ελληνικά ποιοτικά προϊόντα έχουν κατακτήσει με τη βοήθειά μας πολλές αγορές του εξωτερικού».

Τα πέντε νέα μοντέλα καταναλωτή στη νέα εποχή

Στα πέντε νέα μοντέλα καταναλωτή που διαμορφώνονται στη νέα εποχή και που ελάχιστη σχέση θα έχουμε με το χθες, αναφέρθηκε με τη σειρά του ο αναπληρωτής καθηγητής Χημείας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Δημήτρης Σκάλκος. «Πηγαίνουμε σε άλλον κόσμο και ο καταναλωτής θα λέγεται αντικαταναλωτής και η παγκοσμιοποίηση θα λέγεται αντιπαγκοσμιοποίηση. Ο καταναλωτής στο εξής θα κατατάσσεται σε πέντε κατηγορίες. Είναι οι life simplifiers που θα τρώνε και θα αγοράζουν λιγότερο, οι degrowth activists που θα αφιερώνοουν λιγότερο χρόνο στην αγορά αγαθών, οι climate activists που προτιμούν προϊόντα με μειωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, οι food choosers, μεταξύ των οποίων είναι και οι vegan και οι conservative activists που θα καταναλώνουν μόνο τα υπάρχοντα αγαθά στη ζωή τους».

Όσον αφορά την συμβολαιακή έφερε το παράδειγμα ενός αγαθού ευρείας κατανάλωσης που είναι το κοτόπουλο, το οποίο όπως είπε παρουσιάζει μεγάλη επάρκεια. «Καλύπτεται πάνω από το 80% της εγχώριας κατανάλωσης με μία “ελληνική μάρκα” κοτόπουλου. H συγκεκριμένη συνθήκη ξεκίνησε να υλοποιείται το 1956 από 9 Αμερικανούς με το σχέδιο Μarshal, οι οποίοι έμαθαν τους Ηπειρώτες να μεγαλώνουν κοτόπουλα. Έτσι δημιουργήθηκε η Πίνδος. Λίγο αργότερα ένας υπάλληλος της Πίνδου, ο Θεόδωρος Νιτσιάκος, έφτιαξε τη δική του βιομηχανία. Σήμερα οι Πίνδος και Νιτσιάκος δύο καλύπτουν το 50% της ελληνικής αγοράς».

Παρέμβαση στη διάρκεια της συζήτησης με αφορμή το μοντέλο της συμβολαιακής πραγματοποίησε και ο επιχειρηματίας και επικεφαλής των εταιρειών, Intercomm Foods και Κρόνος, Λευτέρης Σαΐτης, ο οποίος αναφέρθηκε στην ανάγκη δημιουργίας ΣΔΙΤ βιομηχανιών και παραγωγών, κάτι που μπορεί όπως σημείωσε, να προσφέρει οικονομίες κλίμακας και αμοιβαία οφέλη. Θα θυμίσουμε ότι ήδη η Κρόνος έχει κάνει τέτοιας μορφής συνεργασίες με οργανώσεις παραγωγών, έχοντας ως στόχο μεταξύ άλλων και τη βελτίωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών στα παραγόμενα προϊόντα.

Πηγή:www.agronews.gr